Η έκθεση για τις σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία την οποία κλήθηκε να ετοιμάσει ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ζοζέπ Μπορέλ, τέθηκε στο τραπέζι των συζητήσεων των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ. Η έκθεση Μπορέλ, με τίτλο «Η κατάσταση των πολιτικών, οικονομικών και εμπορικών σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας» περιγράφει τις ευρώ-τουρκικές σχέσεις, αλλά κυρίως τις οικονομικές και πολιτικές συνέπειες που θα υποστεί η Τουρκία σε περίπτωση που προβεί ξανά σε «μονομερείς ενέργειες και προκλήσεις που παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο» και που πλήττουν τα συμφέροντα κρατών-μελών της ΕΕ, «ειδικά στην Ανατολική Μεσόγειο».
Όπως αναγράφεται στην έκθεση, «τα τελευταία χρόνια, οι εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο αυξήθηκαν. Έφτασαν στο αποκορύφωμά τους στα τέλη Φεβρουαρίου 2020, όταν η Τουρκία, σε αντίθεση με τη δήλωση ΕΕ-Τουρκίας του Μαρτίου 2016, ενθάρρυνε τους μετανάστες και τους πρόσφυγες να εισέλθουν στην ΕΕ. Αυτό οδήγησε σε καταστάσεις βίας στα ελληνικά χερσαία και θαλάσσια σύνορα. Μια μεγάλη κρίση αποτράπηκε μετά από ισχυρή διπλωματική δράση, συμπεριλαμβανομένης της επίσκεψης στην Άγκυρα του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Ύπατου Εκπροσώπου και κοινή επίσκεψη στα ελληνικά σύνορα από τους Προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ακολούθησε επίσκεψη στις Βρυξέλλες του Προέδρου Ερντογάν στις αρχές Μαρτίου». Εκτός των γεγονότων στον Έβρο και γενικότερα του μεταναστευτικού, γίνεται λόγος και για το «Ορούτς Ρέις» το οποίο προκάλεσε κρίση και ένταση σε Κύπρο και Ελλάδα, αφού παραβίασε τα χωρικά ύδατα των δύο χωρών ουκ ολίγες φορές, αμφισβητώντας έτσι τα δικαιώματα τόσο της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο και της Μητροπολιτικής Ελλάδας.
Το τουρκολιβυκό μνημόνιο δεν απουσιάζει από την έκθεση του Ύπατου Εκπροσώπου της ΕΕ αφού, όπως σημειώνει, ήταν η αιτία για να αυξηθούν οι εντάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, καθώς παραβιάζει τα δικαιώματα των νησιών στις θαλάσσιες ζώνες τους. Επίσης, γίνεται αναφορά «στις παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, στις τουρκικές υπερπτήσεις ελληνικών κατοικημένων περιοχών, καθώς και σε απειλές με ναυτικές ασκήσεις με συνοδευτική ρητορική Τούρκων αξιωματούχων καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους».
Ο Ζοζέπ Μπορέλ γνωστοποιεί ακόμη στην έκθεση «τους αργούς ρυθμούς επιστροφών, τις οποίες οι τουρκικές αρχές ανέστειλαν επικαλούμενοι περιορισμούς COVID-19. Παρά τα επανειλημμένα αιτήματα των ελληνικών αρχών και της Επιτροπής, το ζήτημα δεν έχει επιλυθεί. Η Επιτροπή επέμεινε ότι η Τουρκία πρέπει να τηρήσει πλήρως τις δεσμεύσεις της βάσει της δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας. Στις 14 Ιανουαρίου 2021, η Ελλάδα υπέβαλε επίσημο αίτημα επανεισδοχής 1450 επαναπατριζόμενων, που η Τουρκία δεν αποδέχθηκε».
Τονίζεται ότι, σε περίπτωση που η Άγκυρα τηρήσει τις υποσχέσεις της, η ΕΕ τάσσεται υπέρ της συνεργασίας σε διάφορα πεδία. Από τα πιο σημαντικά πεδία, όπως αναγράφονται, είναι η αύξηση των επαφών της κοινωνίας των πολιτών ως ένα περαιτέρω Μέτρο Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Η Επιτροπή σκοπεύει να συνεχίσει να διευκολύνει τη συμμετοχή της Τουρκίας στην επόμενη γενιά προγραμμάτων της ΕΕ, όπως το Erasmus+, το Horizon Europe κλπ. στο νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο. Η Επιτροπή παραμένει έτοιμη να ενημερώσει την Τουρκία σχετικά με τις ιδιαιτερότητες των εκκρεμών σημείων αναφοράς που ορίζονται στον χάρτη πορείας για την ελευθέρωση των θεωρήσεων. Επίσης, η ΕΕ θα είναι ανοικτή για μεταρρυθμίσεις και διάλογο, σχετικές με την πράσινη συμφωνία/κλίμα, την εσωτερική ασφάλεια, τις διαθρησκευτικές σχέσεις και τον πολιτισμό.
Ο κ. Μπορέλ ισχυρίζεται ότι η «ενίσχυση των ήδη ουσιαστικών οικονομικών μας δεσμών είναι μια άλλη κερδοφόρα κατάσταση και για τις δύο πλευρές, ιδίως στο τρέχον δύσκολο οικονομικό κλίμα. Στο επίκεντρο αυτού, θα ήταν ο εκσυγχρονισμός και η επέκταση του πεδίου εφαρμογής της τρέχουσας τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας, όπως έχει ήδη προτείνει η Επιτροπή. Αυτό θα παρέχει επίσης ένα κατευθυντήριο πλαίσιο για τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις στην Τουρκία».
Σε περίπτωση όμως που η Τουρκία δεν συμμορφωθεί και δεν αναπτύξει μία γνήσια συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση και συνεχίσει εκ νέου τις μονομερείς ενέργειες ή προκλήσεις είτε εις βάρος της ΕΕ, είτε εις βάρος των κρατών-μελών της, θα της επιβληθούν πιθανώς κυρώσεις. Όπως αναφέρεται, κυρώσεις που θα μπορούσε να υποστεί σταδιακά η Τουρκία είναι εν ολίγοις οι εξής: απαγορεύσεις εισαγωγών/εξαγωγών για ορισμένα αγαθά και τεχνολογίες, απαγόρευση παροχής τουριστικών υπηρεσιών, αρνητικές ταξιδιωτικές συμβουλές από τα κράτη-μέλη κλπ. Επίσης, θα εγκριθούν οι πρόσθετες καταχωρήσεις που έχουν ήδη συμφωνηθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου του 2020.
Είναι προφανές ότι ο Ύπατος Εκπρόσωπος επιδιώκει μέσα από αυτή την έκθεση να διατηρήσει της ισορροπίες μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αγνοώντας τις προκλητικότητες της Τουρκίας και την κατοχή ευρωπαϊκού εδάφους από αυτήν, αφήνοντάς την ατιμώρητη. Οι δηλώσεις περί πιθανών κυρώσεων που υποτίθεται ότι θα της επιβληθούν, συμπληρώνουν τον ατέρμονο κύκλο των «προειδοποιήσεων» της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην Τουρκία, που δεν πρόκειται να καταλήξουν σε ένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Διερωτόμαστε τί άλλο πρέπει να πράξει η Τουρκία για να λάβει η ΕΕ τα απαραίτητα μέτρα. Και ενώ η ΕΕ «απειλεί» την Τουρκία, η τελευταία συνεχίζει να εκδίδει ΝΑVTEX ανοιχτά της Μόρφου για πραγματοποίηση στρατιωτικών ασκήσεων.
Η επιβολή κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας είναι ένα μείζον ζήτημα, καθώς με τις μονομερείς ενέργειές της, υποβαθμίζει την ακεραιότητα των υπολοίπων κρατών. Η Ελληνική και η Κυπριακή Δημοκρατία δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ικανοποιούνται από την έκθεση Μπορέλ. Όμως, η στάση της ΕΕ προκύπτει από την απάθεια της δικής μας πλευράς. Για να επέλθει οποιαδήποτε αλλαγή που θα μας ευνοεί, επιβάλλεται τα δύο ελληνικά κράτη να υιοθετήσουν από κοινού μια αποτρεπτική πολιτική. Η δόμηση, αρχικά, μιας στρατηγικής αποτροπής και διπλωματικών κινήσεων και έπειτα, η ενίσχυση των σχέσεων με ξένα κράτη στη βάση μιας στρατηγικής που θα διεκδικεί τα εθνικά μας συμφέροντα, δύνανται να επιφέρουν τον γεωγραφικό αποκλεισμό της Τουρκίας.
Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης