Σε συμβιβασμό κατέληξαν οι αρχηγοί των κρατών και των κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες, αποφασίζοντας να επιβληθούν κυρώσεις σε αξιωματούχους της Λευκορωσίας και να σταλεί ταυτόχρονα μήνυμα προειδοποίησης στην Τουρκία. Αποφασίστηκε, επίσης, η σύγκληση πολυμερούς διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο. Έπειτα από περίπου εννέα ώρες διαπραγματεύσεων και μετά από τρία διαφορετικά προσχέδια, επιτεύχθηκε μια πρώτη συμφωνία στη Σύνοδο Κορυφής σχετικά με τα ζητήματα της Τουρκίας και της Λευκορωσίας, ενώ εκφράστηκε η στήριξη της ΕΕ στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι στο τρίτο κείμενο συμπερασμάτων, που τελικά μετά από πολύωρες διαπραγματεύσεις συμφωνήθηκε, δεν χρησιμοποιείται ρητά ο όρος «κυρώσεις». Επίσης, οι πρόεδροι του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στη συνέντευξη Τύπου μετά την ολοκλήρωση της πρώτης ημέρας της Συνόδου Κορυφής, ανέφεραν για τις ενέργειες της Τουρκίας ότι «είμαστε έτοιμοι να χρησιμοποιήσουμε όλα τα μέσα, αν χρειαστεί». Απέφυγαν, ωστόσο, και οι δύο επίμονα να χρησιμοποιήσουν τη λέξη «κυρώσεις» και η μοναδική φορά που ακούστηκε, ήταν όταν ζητήθηκαν από τους δημοσιογράφους περισσότερες διευκρινήσεις για το τι θα πράξει η ΕΕ, εφόσον η Τουρκία επιμείνει στις προκλήσεις. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται «σε περίπτωση ανανεωμένων μονομερών ενεργειών ή προκλήσεων κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου, η ΕΕ θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα και τις επιλογές που έχει στη διάθεσή της, συμπεριλαμβανομένων σύμφωνα με το άρθρο 29 της ΣΕΕ και το άρθρο 215 ΣΛΕΕ, προκειμένου για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της και τα συμφέροντα των κρατών μελών της».
Υπενθυμίζεται ότι το Άρθρο 29 αναφέρει ότι «Το Συμβούλιο εκδίδει αποφάσεις, οι οποίες καθορίζουν τη στάση της Ένωσης επί συγκεκριμένου ζητήματος γεωγραφικής ή θεματικής φύσεως. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές τους πολιτικές να συνάδουν προς τις θέσεις της Ένωσης». Ακόμα, το Άρθρο 215 προβλέπει τη διακοπή ή τη μείωση, εν όλω ή εν μέρει, των οικονομικών και χρηματοοικονομικών σχέσεων με μία ή περισσότερες τρίτες χώρες. Και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία μετά από κοινή πρόταση του ύπατου εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, και της Επιτροπής, θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα. Επίσης, εφόσον προβλέπεται από απόφαση που εκδίδεται, το Συμβούλιο μπορεί να λαμβάνει, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 1, περιοριστικά μέτρα έναντι φυσικών ή νομικών προσώπων, ομάδων ή μη κρατικών οντοτήτων. Αναφορικά με τον διάλογο με την Τουρκία, συμφωνήθηκε να δρομολογηθεί ένα «θετικό πολιτικό θεματολόγιο» με ιδιαίτερη έμφαση «στον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης και τη διευκόλυνση του εμπορίου, τις διαπροσωπικές επαφές, τους διαλόγους υψηλού επιπέδου, τη συνεχή συνεργασία σε ζητήματα μετανάστευσης, σύμφωνα με τη δήλωση ΕΕ- Τουρκίας του 2016».
Έπειτα, η αναφορά στην παράγραφο 17, όπου «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί την Τουρκία να απόσχει στο μέλλον από παρόμοιες ενέργειες κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου», θεωρείται ως γκρίζο σημείο. Συνεχίζοντας στην ίδια λογική, του μέλλοντος και όχι του παρόντος, αναφέρει στα συμπεράσματά της, πως «η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, θα πρέπει να επιλυθεί μέσω διαλόγου και διαπραγμάτευσης καλή τη πίστη, με πλήρη σεβασμό του διεθνούς δικαίου, και καλεί την Τουρκία να αποδεχθεί την πρόσκληση της Κύπρου να συμμετάσχει σε διάλογο για τη διευθέτηση όλων των θαλάσσιων διαφορών μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου». Η αναφορά αυτή μπορεί να ερμηνευθεί και ως μια μορφή ανοχής της παρούσας κατάστασης πραγμάτων, μεταφέροντας το θέμα σε κάποια επόμενη Σύνοδο Κορυφής ή σε κάποια σχεδιαζόμενη για το μέλλον πολυμελή διάσκεψη.
Οι ηγέτες της ΕΕ συμφώνησαν σε μια γλώσσα που προειδοποιεί την Άγκυρα ότι θα μπορούσε να αντιμετωπίσει άμεσες κυρώσεις αν συνεχίσει τις έρευνές της στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου. O συμβιβασμός που επετεύχθη είναι μια συμφωνία για να «παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις», να γίνει μια ανασκόπηση της συμπεριφοράς της Τουρκίας τον Δεκέμβριο και τότε να επιβληθούν κυρώσεις, αν δεν έχουν σταματήσει οι προκλήσεις.
Βέβαια, καθοριστικό ρόλο ώστε η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ να μην αποφασίσει την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία, διαδραμάτισε η στάση της Γερμανίας και προσωπικά της Άγκελας Μέρκελ. Οι πιέσεις του Βερολίνου στην Σύνοδο Κορυφής απέτρεψαν τόσο την επιβολή κυρώσεων όσο και την υιοθέτηση ενός αυτόματου μηχανισμού στην Τουρκία. Σταθερά στο πλευρό της Γερμανίας ήταν η Ιταλία και η Ισπανία. Μάλιστα, η συμφωνία για μηχανισμό αποκλιμάκωσης στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια της Συνόδου φαίνεται να εξυπηρέτησε τις γερμανικές επιδιώξεις.
Σε αντίθεση με τις συστάσεις και τις «προειδοποιήσεις» κατά της Τουρκίας, οι κυρώσεις σε αξιωματούχους της Λευκορωσίας έγιναν ανυπερθέτως. Παρά την υπόσχεση που είχε δώσει η ΕΕ για παράλληλη δράση και κατά της Τουρκίας, δεν φάνηκε να την τηρεί και αρκέστηκε για ακόμα μια φορά στη λεκτική στήριξη της Ελλάδας και της Κύπρου. Δυστυχώς, ενώ οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο τρέχουν, η Σύνοδος δεν συζήτησε και ακύρωσε στην πράξη ακόμη και το ελάχιστο μέτρο επιβολής των «κυρώσεων» στην Τουρκία. Μάλιστα, δεν έγινε ούτε μια αναφορά στο ψήφισμα της Συνόδου για τα μέτρα αυτά. Αντίθετα, κυριάρχησε απόλυτη σιωπή. Λίγες μέρες μετά, ανακοινώθηκε από το ψευδοκράτος σε πλήρη ταύτιση με την Τουρκία, η διάνοιξη της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων, αποδεικνύοντας ξανά ότι δεν πρόκειται να εφησυχαστεί η Τουρκία, εάν δεν καταφέρει να επιβάλει τα τετελεσμένα που επιθυμεί.
Είναι καιρός η πολιτική μας ηγεσία να συνέλθει από τις αυταπάτες και να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα. Τα αποτελέσματα αυτής της Συνόδου πρέπει να προβληματίσουν τις πολιτικές ηγεσίες των δύο ελληνικών κρατών, έτσι ώστε να αναλάβουν σοβαρές πρωτοβουλίες για τη διασφάλιση της Άμυνας και της Ασφάλειας τόσο της Ελλάδας και της Κύπρου όσο και της ΕΕ. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να χαιρόμαστε με τα «χαϊδέματα» της Τουρκίας από ξένους ηγέτες, «εταίρους και φίλους». Η Άμυνα και η Ασφάλεια απαιτούν αποτρεπτική και στρατιωτική ισχύ. Από τη στιγμή που δεν επιβάλλονται ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Τουρκίας, η ίδια θα συνεχίζει την εγκληματική της συμπεριφορά. Γι’ αυτό απαιτούμε από τους Ευρωπαίους «εταίρους», να λάβουν πρακτικά μέτρα αποτροπής της τουρκικής επεκτατικής πολιτικής και να μην περιοριστούν μόνο στις λεκτικές «προειδοποιήσεις» έναντι ενός κράτους γενοκτόνου και κατακτητή. Για να επιτευχθεί αυτό, επιβάλλεται οι δύο κυβερνήσεις να ενεργούν από κοινού, αφήνοντας στην άκρη τις προσκλήσεις για διάλογο προς την Τουρκία. Αυτή είναι άλλωστε η τακτική της Τουρκίας, η οποία πρώτα δημιουργεί τετελεσμένα και στη συνέχεια αποδέχεται την έναρξη διαλόγου, επιτυγχάνοντας έτσι τις επιδιώξεις της.
Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης