Ίμβρος – Τένεδος

Η Ίμβρος και η Τένεδος είναι δύο νησιά που αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του Ελληνισμού. Κάνοντας μια αναδρομή στο παρελθόν, θα δούμε πως τα δύο αυτά νησιά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τον ελληνικό πολιτισμό. Η Ίμβρος στην αρχαιότητα ήταν αποικία των Αθηναίων, ενώ η Τένεδος ήταν μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Επιπλέον, τα δύο νησιά, και ιδιαίτερα η Τένεδος, αποτελούσαν πόλο έλξης λόγω της γεωπολιτικής στρατηγικής τους θέσης κι έτσι, μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης του 1453, πέρασαν στα χέρια τον Οθωμανών. Στη συνέχεια, ακολούθησαν υπογραφές διαφόρων συνθηκών που άλλαζαν την κυριαρχία τους.

Το 1920, μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπογράφηκε η Συνθήκη των Σεβρών, μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης. Η συνθήκη αυτή σήμανε τον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τον διαμοιρασμό των εδαφών της. Με βάση αυτή, παραχωρούνταν στην Ελλάδα τα εν λόγω νησιά, καθώς και η ανατολική Θράκη μέχρι τη γραμμή της Τσατάλτζας κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Το άρθρο 26 της Συνθήκης, όριζε πως σε περίπτωση που οι οθωμανικές αρχές δεν συναινούσαν στην εφαρμογή της, θα έχαναν την Κωνσταντινούπολη, την οποία θα μπορούσε να καταλάβει η Ελλάδα. Εκ μέρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έγινε δεκτή από τον σουλτάνο Μεχμέτ ΣΤ’, ενώ απορρίφθηκε από το ανεξάρτητο κίνημα των Νεότουρκων.

Μετά την καταστροφική κατάληξη της μικρασιατικής εκστρατείας, υπογράφηκε η Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάνης το 1923, μετά από εφτά περίπου μήνες διαβουλεύσεων. Σε αυτή συμμετείχαν η Ελλάδα, η Τουρκία και άλλες χώρες που πολέμησαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη Μικρασιατική εκστρατεία και που συμμετείχαν στη Συνθήκη των Σεβρών. Παρόλες τις προσπάθειες που έγιναν από την ελληνική αντιπροσωπεία της πόλης της Ελβετίας και παρά τα διαβήματα, τις εκκλήσεις των Ιμβρίων και των Τενεδίων, η εν λόγω συνθήκη πρέσβευε την παραχώρηση των δύο αιγαιοπελαγίτικων νησιών και της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία, ενώ καθόρισε και τα σύνορα της σύγχρονης Τουρκίας.

Σύμφωνα με το άρθρο 14 αυτής, τα δύο νησιά θα είχαν ειδική οργάνωση που θα αποτελείτο από τοπικά στοιχεία και θα παρείχε κάθε εγγύηση στον μη μουσουλμανικό ιθαγενή πληθυσμό της, σε ό,τι αφορά την τοπική διοίκηση και την προστασία των προσώπων και περιουσιών. Η διατήρηση της τάξης θα διασφαλιζόταν από αστυνομική δύναμη, τα μέλη της οποίας θα προσλαμβάνονταν μεταξύ του τοπικού πληθυσμού, από την προαναφερθείσα τοπική διοίκηση και θα τίθεντο κάτω από τις διαταγές της. Για τα δύο νησιά, είχε προβλεφθεί η θέσπιση καθεστώτος τοπικής αυτονομίας και αυτοδιοίκησης, ως παροχή εγγυήσεων στον γηγενή μη μουσουλμανικό πληθυσμό, ο οποίος εκείνη την εποχή αποτελούσε και τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων των νησιών. Ωστόσο, οι προβλέψεις αυτές δεν εφαρμόστηκαν ποτέ από την Τουρκία, με αντίκτυπο τη ραγδαία μείωση του ελληνικού πληθυσμού στα δύο νησιά.

Άξιο αναφοράς, είναι το γεγονός ότι με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμού από τις δύο χώρες και η «μη εγκατάσταση ναυτικής βάσεως» σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου. Τον Σεπτέμβριο του 1923, αμέσως μετά την παράδοση των νησιών στην Τουρκία, παραβιάστηκε το άρθρο 14 με τον διορισμό Τούρκου διοικητή, αντί κάποιου από τον τοπικό ελληνικό πληθυσμό, όπως προέβλεπε η συνθήκη. Έτσι, με τον νέο αστικό κώδικα της Τουρκίας, όλα τα δικαιώματα των μειονοτήτων, μεταξύ των οποίων και των κατοίκων της Τενέδου και της Ίμβρου, καταργούνται. Όσον αφορά την στρατιωτικοποίηση των νησιών, επιβλήθηκε καθεστώς μερικής αποστρατιωτικοποίησης της Λέσβου, της Λήμνου, της Χίου και της Ικαρίας και ολικής αποστρατιωτικοποίησης της Λήμνου, της Σαμοθράκης, αλλά και της Ίμβρου, της Τενέδου, και των Λαγουσών νήσων που δόθηκαν στην Τουρκία.

Ακολούθησε η συνθήκη των Παρισίων, που υπογράφηκε μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1947. Η συμφωνία ήταν μεταξύ των Συμμάχων, νικητών του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, έτσι η Τουρκία δεν είχε δικαίωμα συμμετοχής. Με αυτή την συνθήκη επιβλήθηκε καθεστώς πλήρους αποστρατιωτικοποίησης και των νησιών των Δωδεκανήσων και η επανένταξή τους στην Ελλάδα.

Ακολούθησαν δύσκολοι καιροί, αφού ο Ελληνισμός καλείτο να αντιμετωπίσει βαρβαρότητες και βιαιότητες των Τούρκων. Συγκεκριμένα, με αφορμή τα γεγονότα στην Κύπρο τη δεκαετία του ‘60, μπήκε σε εφαρμογή το «Eritme Programi», με σκοπό τον πλήρη εκτουρκισμό των νησιών. Ακολούθησε κλείσιμο σχολείων, κατάργηση της ελληνικής γλώσσας και δέσμευση περιουσιών. Ανάμεσα στα χωριά της Ίμβρου και της Τενέδου εγκαθίσταται σύνταγμα στρατού, αφαιρείται η υπηκοότητα όσων κατοίκων των δύο νησιών βρίσκονται στο εξωτερικό και δεν τους επιτρέπεται η επιστροφή σε αυτά, αλλάζοντας επίσης και τα ονόματά τους.

Σήμερα, η Τουρκία συνεχίζει να προκαλεί, αγνοώντας το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης στην Ίμβρο και την Τένεδο, μεταβιβάζοντας εκεί άρματα μάχης. Έπειτα, με ψευδείς ισχυρισμούς, κατηγορεί την Ελλάδα για δήθεν στρατιωτικοποίηση των δικών της νησιών, επικαλούμενη τις συνθήκες που η ίδια καταπάτησε εξ αρχής.

Η Τουρκία αγνοεί τα εγκλήματα που διέπραξε στον Ελληνισμό και ιδιαίτερα στα δύο αυτά νησιά και προσπαθεί να τα αφελληνίσει και να αφανίσει κάθε ελληνικό στοιχείο. Στην Τένεδο σήμερα έχουν απομείνει λίγοι ηλικιωμένοι Έλληνες, ενώ στην Ίμβρο ο αριθμός των Ελλήνων ανέρχονται στους 700.

Έστω και ένας να απομείνει όμως, πρέπει να θυμίζουμε πάντα στους Τούρκους πως «Τρώνε από εμάς και μένει και μαγιά» και πως κάποια μέρα οι αλύτρωτες πατρίδες θα λευτερωθούν και θα έρθουν πίσω στην αγκαλιά της μάνας Ελλάδας, μαζί και η Κύπρος μας. Η Ίμβρος και η Τένεδος είναι Ελληνικές και έχουμε χρέος να προβάλλουμε την ιστορία τους, επιδιώκοντας να παραμείνει ζωντανή η μνήμη τους.

Γραφείο Τύπου

Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης

Μοιράσου το:

ΣΧΕΤΙΚΑ

Η 1η Οκτωβρίου 1960 καθιερώθηκε ως ημέρα ανακήρυξης της «ανεξαρτησίας» της Κύπρου από τους Βρετανούς.

Τα τρία παλληκάρια, που πάνω από όλα έβαλαν τον πόθο τους για Λευτεριά και Ένωση