Ο Ανδρέας Δημητρίου γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1934 στο χωριό Άγιος Μάμας της Λεμεσού. Ήταν γόνος πάμφτωχης πολυμελούς οικογένειας, ένα από τα 3 παιδιά του Δημήτρη και της Ευδοκίας, ενώ είχε ακόμα 2 ετεροθαλή αδέλφια. Έχασε τον πατέρα του σε ηλικία 5 ετών. Αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο Αγίου Μάμαντος και ακολούθως φοίτησε για 3 χρόνια στο Νυκτερινό Γυμνάσιο Αμμοχώστου, από όπου και σταμάτησε για να πάει να δουλέψει σε κατάστημα εκρηκτικών υλών και κυνηγετικών ειδών, ενώ διετέλεσε και γραμματέας στον σύνδεσμο Αχθοφόρων της Σ.Ε.Κ στην Αμμόχωστο.
Ο Μιχαλάκης Καραολής γεννήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 1933 στο Παλαιχώρι Λευκωσίας. Ήταν το 4ο από τα 5 παιδιά του Σάββα και της Παναγιώτας και παρόλο που ήταν γόνος αγροτικής οικογένειας, έδειξε τον αγωνιστικό ζήλο που το διακατείχε από μικρό, καταφέρνοντας να τελειώσει το Δημοτικό Παλαιχωρίου και να αποφοιτήσει με υποτροφία από την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας. Με το που αποφοίτησε, διορίστηκε ως δημόσιος υπάλληλος στο Τμήμα του Φόρου Εισοδήματος, ενώ παράλληλα αθλούνταν ως δρομέας μικρών αποστάσεων στον Α.Π.Ο.Ε.Λ.
Εντάχθηκαν και οι δύο από τους πρώτους στην Ε.Ο.Κ.Α, πριν από την 1η Απριλίου 1955 και είχαν δράση σε πολλούς τομείς. Ο Καραολής μπήκε στην ομάδα του Πολύκαρπου Γιωρκάτζιη, ήταν στο τμήμα Πληροφοριών της Οργάνωσης και έπαιρνε μέρος και σε βομβιστικές επιθέσεις. Ο Ανδρέας Δημητρίου ασχολήθηκε με την αρπαγή όπλων από τον Αγγλικό Στρατό εφοδιάζοντας έτσι την Ε.Ο.Κ.Α, που λόγω οικονομικής δυσκολίας τότε τα μόνα όπλα που είχαν ήταν τα απλά κυνηγετικά που είχε ο καθένας σπίτι του. Μια φορά συγκεκριμένα στις αρχές Δεκεμβρίου το 1955, έκλεψε μαζί με την ομάδα του από στρατιωτικές αποθήκες στο λιμάνι αμέσως μετά την εκφόρτωση του και έλαβε τα εύσημα από τον Αρχηγό Διγενή.
Ο Ανδρέας Δημητρίου συνελήφθη στις 28 Νοεμβρίου 1955, όταν στην προσπάθεια του να διαφύγει μετά από παρακολούθηση του πράκτορα της «Intelligence Service» Σίντνει Τέιλορ με σκοπό να τον εκτελέσει, τελικά τον τραυματίζει. Στη συνέχεια τον περικύκλωσαν οι Άγγλοι αστυνομικοί που φρουρούσαν τον Τέιλορ, ζητώντας του να παραδοθεί. Αυτός με παρατολμία και σθένος αρνήθηκε και έστρεψε το όπλο του εναντίον τους, αλλά αυτό έπαθε εμπλοκή. Αυτοί τον πυροβόλησαν τραυματίζοντας τον, για να τον μεταφέρουν στη συνέχεια στις Κεντρικές Φυλακές . Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε θάνατο, κυρίως επειδή δεν δέχτηκε να καταδώσει άλλους συναγωνιστές του. Ο Μιχαλάκης Καραολής στις 28 Αυγούστου 1955, μαζί με τον Ανδρέα Παναγιώτου, δολοφόνησαν τον προδότη αστυνομικό Ηρόδοτο Πουλλή την ώρα που παρακολουθούσε μια συνάντηση του ΑΚΕΛ. Ενώ ο συναγωνιστής του κατάφερε να διαφύγει, ο Μιχαλάκης πιάστηκε σε ενέδρα των Άγγλων και συνελήφθη αμέσως. Παρότι η σφαίρα αποδείχτηκε πως ήταν από το όπλο του Παναγιώτου, το δικαστήριο τον καταδίκασε σε θάνατο στις 16 Οκτωβρίου 1955.
Έγιναν πολλές ενστάσεις στο δικαστήριο αλλά η ποινή παρέμεινε η ίδια και ούτε και η Βασίλισσα Ελισάβετ Β’ αποδέχτηκε να δώσει χάρη στα δύο αυτά νεαρά παιδιά και έτσι φτάσαμε στο τραγικό αποτέλεσμα. Στις 10 Μαΐου 1956 απαγχονίστηκαν στις Κεντρικές Φυλακές. Ο απαγχονισμός των δύο αυτών νέων εξόργισε το παγκόσμιο στερέωμα και όπως ήταν λογικό, ξεσήκωσε κύμα αντιδράσεων σε ολόκληρο των Ελληνισμό. Στις 9 Μαϊου, μια ημέρα πριν δηλαδή, ξέσπασαν τεράστιες διαδηλώσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, που είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 4 διαδηλωτών και τον τραυματισμό πολλών άλλων. Αξιοσημείωτη είναι και η στάση των 2 αγωνιστών μπροστά στην αγχόνη, όπου δεν λύγισαν ούτε το τελευταίο λεπτό μπροστά στο δήμιο. «Εμένα δεν πρέπει να με λυπάστε, αφού εγώ δεν βρίσκω λόγο για να με κλαίω, ούτε οι συγγενείς μου πρέπει να με κλαίνε», ήταν τα τελευταία λόγια του Μιχαλάκη, «Τα Ελληνόπουλα δεν ξέρουν μόνο πώς πρέπει να ζουν. Ξέρουν και πώς να πεθαίνουν». Ήταν τα τελευταία λόγια του Ανδρέα, δείχνοντας πως η Ελληνική ψυχή δεν κάμπτεται και πως για τους Έλληνες όταν τίθεται το ερώτημα αν πρέπει πεθάνουν για την πατρίδα ή να ζήσουν απάτριδες δεν υπάρχει δίλημμα, ούτε και δισταγμός.
Ο Μιχαλάκης Καραολής και ο Ανδρέας Δημητρίου πέρασαν στο πάνθεων των ηρώων μαζί με δεκάδες άλλα αδέλφια τους, συναγωνιστές τους, νεαρά παιδιά σαν αυτούς που μόνη τους έγνοια από το πρωί που ξυπνούσαν έως το βράδυ που θα κοιμόντουσαν ήταν πως θα λευτερωθεί η πατρίδα τους, πως θα ενώσουν τις ψυχές τους με τις ψυχές των υπολοίπων εκατομμυρίων Ελλήνων ανά τον κόσμο. Ο τάφος τους βρίσκεται στα «Φυλακισμένα Μνήματα», τις πρώην Κεντρικές Φυλακές, μαζί με τους υπόλοιπους που απαγχονίσθηκαν κατά τον Αγώνα του ’55-’59 και ακόμα τεσσάρων αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α, μετατρέποντας το σημείο αυτό σε ιερό κοιμητήριο ηρώων, που μόνο τους μέλημα ήταν η Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.