Ο λεγόμενος αντιπρόσωπος του κατοχικού καθεστώτος, İsmet Korukoğlu, απέστειλε επιστολή στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, μέσω του Τούρκου Μόνιμου Αντιπροσώπου, για να απαντήσει στις καταγγελίες στις οποίες προέβη η Κυπριακή Δημοκρατία για τις τουρκικές παραβιάσεις του κυπριακού εναέριου χώρου.
Συγκεκριμένα, η εν λόγω επιστολή αναφέρει ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά αγνοεί «τις τρέχουσες πραγματικότητες, δηλαδή, την ύπαρξη δύο ανεξάρτητων, αυτοδιοικούμενων κρατών στο νησί της Κύπρου, όπου το καθένα ασκεί κυριαρχία και δικαιοδοσία στην αντίστοιχη επικράτειά του». Αυτό εντάσσεται στη λογική της εξίσωσης των δύο οντοτήτων, της νόμιμης Κυπριακής Δημοκρατίας και του παράνομου ψευδοκράτους που εγκαταστάθηκε έπειτα από την παράνομη εισβολή και συνεχιζόμενη κατοχή της Τουρκίας. Αυτό αποτελεί αναβάθμιση του ψευδοκράτους και υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η επιστολή που στάλθηκε από την πλευρά της Κυπριακής Δημοκρατίας, αναφερόταν στην παράνομη λειτουργία λιμανιών και αεροδρομίων στα κατεχόμενα από το 1974 μέχρι και σήμερα, που έρχονται σε αντίθεση με το Διεθνές Δίκαιο. Σε απάντησή του ο İsmet Korukoğlu, επικαλέστηκε σχετική έκθεση του τότε Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Κόφι Ανάν με ημερομηνία 28 Μαΐου 2004 (S / 2004/437), στην οποία ανέφερε τα εξής: «Ελπίζω ότι τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας μπορούν να δώσουν ισχυρό προβάδισμα σε όλα τα κράτη να συνεργαστούν διμερώς και σε διεθνείς οργανισμούς για την εξάλειψη περιττών περιορισμών και εμποδίων που έχουν ως αποτέλεσμα την απομόνωση των Τουρκοκυπρίων και την παρεμπόδιση της ανάπτυξής τους, θεωρώντας ότι μια τέτοια κίνηση είναι σύμφωνη με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας 541 (1983) και 550 (1984)».
Αναφέρεται επίσης ότι «το τεχνολογικά ενημερωμένο κέντρο ελέγχου παρέχει τακτικές, αξιόπιστες και ασφαλείς υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας από την άρνηση της ελληνοκυπριακής πλευράς το 1977 για την παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας στο βόρειο τμήμα του νησιού, σύμφωνα με την πολιτική της απομόνωσης του τουρκοκυπριακού λαού». Προβάλλεται περαιτέρω ο ισχυρισμός ότι η «αρχή πολιτικής αεροπορίας» της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου» είναι ο μόνος αρμόδιος φορέας για παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας και αεροναυτικών πληροφοριών εντός του εθνικού της εναέριου χώρου και οι ανακοινώσεις στους αερομεταφορείς εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 3 της Σύμβασης Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας ( Σύμβαση του Σικάγου).
Για να υποστηρίξει την πιο πάνω θέση, ο κατοχικός εκπρόσωπος παρουσιάζει στατιστικά και αριθμούς, ισχυριζόμενος ότι «ο αριθμός των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας έχει αυξηθεί σύμφωνα με τον αυξανόμενο αριθμό πτήσεων με την πάροδο των ετών και το κέντρο ελέγχου της περιοχής Ercan (σ.σ. Τύμπου), βρίσκεται στο A / 74/902 S / 2020/552 20-08029 3/3 τακτικά και κοντά σε συνεργασία με το κέντρο ελέγχου της περιοχής της Άγκυρας, προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφαλής διεξαγωγή όλων των πτήσεων στην περιοχή. Μόνο το 2019, ο αριθμός των επιβατών που χρησιμοποίησαν το αεροδρόμιο Ercan, ανήλθε στους 4.035.276. Επιπλέον, το 2019, 27.760 αεροσκάφη χρησιμοποίησαν το αεροδρόμιο Ercan για άφιξη και αναχώρηση, και 224.898 αεροσκάφη χρησιμοποίησαν τον εναέριο χώρο του Ercan».
Γίνεται σαφές λοιπόν ότι το ψευδοκράτος θεωρεί υπαίτιο για όλη την κατάσταση την ελληνοκυπριακή πλευρά, με το πρόσχημα ότι αυτή τους απομάκρυνε και τους έθεσε στο περιθώριο. Επικαλούνται ότι έχουν πολιτική υπόσταση, τονίζοντας ότι αν η ελληνοκυπριακή πλευρά θέλει να συζητήσει οτιδήποτε, τότε θα πρέπει να το πράξει με την «τουρκοκυπριακή πλευρά» και όχι με την Τουρκία. Να υπενθυμίσουμε στον κύριο İsmet Korukoğlu ότι εδώ και 46 χρόνια στεγάζονται σε ένα παράνομο κατοχικό μόρφωμα με καμία νόμιμη ή πολιτική υπόσταση.
Αυτός που ασκεί τον πραγματικό έλεγχο στα χωριά μας είναι η κατοχική Τουρκία και μόνο αυτή. Επομένως, απαιτούμε από τα Ηνωμένα Έθνη όπως προβούν στις επιβαλλόμενες ενέργειες, προκειμένου να επιβληθούν ποινές και κυρώσεις στην Τουρκία ως υπαίτια για την εισβολή του 1974. Επίσης, απαιτούμε από τους αρμόδιους φορείς να ενημερώσουν πραγματικά τα κράτη-μέλη του ΟΗΕ σχετικά με το Κυπριακό πρόβλημα. Το Κυπριακό αποτελεί πρόβλημα εισβολής και κατοχής και όχι δικοινοτικό πρόβλημα και έτσι θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται. Καμιά απόκλιση από αυτή την πολιτική γραμμή δεν είναι ανεκτή.
Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης