Ευαγόρας Παλληκαρίδης – Ο τελευταίος απαγχονισθέντας της Ε.Ο.Κ.Α

Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης ήταν ένας από τους ηρωομάρτυρες του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου, για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού. Ως αγνός ιδεολόγος, γαλουχημένος από μικρός με τα ιδανικά της πατρίδος, επαναστάτης, ανυπότακτος αγωνιστής, δεν μπορούσε να ανεχτεί να αντικρίζει σκλαβωμένη την πατρίδα του. Ήταν ποιητής και μέσα από τα ποιήματά του εξέφραζε τη μεγάλη του αγάπη για την Ελλάδα. Ασίγαστος πόθος του η ένωση της Κύπρου με τη μητέρα πατρίδα.

Ο Ευαγόρας γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 1938, στο χωριό Τσάδα της Πάφου. Ήταν γιος του Μιλτιάδη και της Αφροδίτης Παλληκαρίδη και είχε άλλα τέσσερα αδέλφια. Το 1953, μόλις στα 15 του χρόνια, τη μέρα που η Βρετανική Αυτοκρατορία γιόρταζε την ενθρόνιση της Βασίλισσας Ελισάβετ στο Λονδίνο, ο Ευαγόρας στη θέα της αγγλικής σημαίας να κυματίζει στο Ιακώβιο Γυμνάσιο, ένιωσε ντροπή και αναρριχήθηκε στον ιστό για να την κατεβάσει και να την τεμαχίσει, ως ένδειξη απαξίωσης και διαμαρτυρίας προς τους αποικιοκράτες. Η πράξη του έδωσε το έναυσμα για να ξεσηκωθεί όλη η μαθητιώσα νεολαία της Πάφου και να ξεσπάσουν διαμαρτυρίες.

Δύο χρόνια αργότερα και ενώ ο αγώνας είχε ήδη φουντώσει, ο Ευαγόρας συμμετείχε σε όλες τις διαδηλώσεις της Άλκιμου Νεολαίας Ε.Ο.Κ.Α. (Α.Ν.Ε.). Έτσι, συνελήφθη ως μέλος της Ε.Ο.Κ.Α, επειδή συμμετείχε σε παράνομη πορεία. Δεν παραδέχθηκε την κατηγορία και η δίκη του αναβλήθηκε. Τότε ο Ευαγόρας πήρε τη μεγάλη απόφαση να αφήσει τα θρανία και να πάρει τα όπλα, για να συμβάλει ακόμα περισσότερο στην απελευθέρωση της πατρίδας του. Μία μέρα πριν την προκαθορισμένη δίκη εντάχθηκε στις τάξεις της Ε.Ο.Κ.Α. Λίγο πριν φύγει για τα βουνά έγραψε στους συμμαθητές του:

«Παλιοί συμμαθηταί, αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο Ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μην τον ξαναδείτε, παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του, δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό μονάχα.

Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ, θα μπω σ΄ ενα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ΄ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ.

Γειά σας παλιοί συμμαθηται. Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας. Κι όποιος θελήσει για να βρει έναν χαμένο αδελφό, έναν παλιό του φίλο, ας πάρει μιαν ανηφοριά ας πάρει μονοπάτια να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά. Με την Ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα. Αν ζω, θα με βρει εκεί.

Ευαγόρας Παλληκαρίδης»

Στις 18 Δεκεμβρίου 1956, συνελήφθη εκ νέου, αυτή τη φορά με την κατηγορία της παράνομης κατοχής και διακίνησης οπλισμού. Κατά την παραμονή του στο στρατόπεδο της Λίμνης πέρασε φρικτά βασανιστήρια. Λίγες μέρες μετά, μεταφέρθηκε στη Λευκωσία και η δίκη του ορίστηκε, στις 25 Φεβρουαρίου. Ο μικρός σε ηλικία αλλά μεγάλος σε ψυχή και ανδρεία, Ευαγόρας Παλληκαρίδης, κατά την ακροαματική διαδικασία δεν άφησε τους δικηγόρους του να τον υπερασπιστούν. Αφού παραδέχθηκε τις πράξεις του, δήλωσε με αξιοθαύμαστο θάρρος και το κεφάλι ψηλά: «Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο».

Η είδηση της καταδίκης του 19χρονου, τότε, Ευαγόρα ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών, όχι μόνο στην Κύπρο, αλλά σύσσωμος ο Ελληνισμός ξεκίνησε μια προσπάθεια για να σώσει τον Παλληκαρίδη. Οι μαθητές του Γυμνασίου της Πάφου απείχαν από τα μαθήματά τους και έστειλαν τηλεγράφημα στον Χάρντινγκ για απονομή χάρης, η οποία απορρίφθηκε τόσο από τον ίδιο όσο και από τη Βρετανική Κυβέρνηση.

Πέρασε τόσα μερόνυχτα φρικτών βασανιστηρίων και όμως δεν λύγισε, δεν πρόδωσε, δεν απολογήθηκε. Συνεχιστής της μακραίωνης ιστορίας, που ως Έλληνας κουβαλούσε στην πλάτη του, επέλεξε τον δρόμο της αυτοθυσίας και του ενσυνείδητου θανάτου για να περάσει και αυτός στο πάνθεο των ηρώων. Ο Ευαγόρας είχε προετοιμαστεί, ήξερε από καιρό ποια θα ήταν η κατάληξή του και αποφάσισε να ακολουθήσει με θάρρος τη μοίρα του. Ήξερε πως η θυσία του δεν θα πήγαινε χαμένη. Τι κι αν αυτός θα πέθαινε και δεν θα προλάβαινε να δει την Κύπρο ενωμένη με την υπόλοιπη Ελλάδα, θα το ζούσαν οι επόμενες γενιές γιατί θα αξίωνε ένωση και ελευθερία με τη θυσία του. Στο τελευταίο του γράμμα έγραφε: «Θ΄ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ‘ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.»

Μια μέρα πριν τον απαγχονισμό του, στις 12 Μαρτίου 1957, τον επισκέφθηκε στις φυλακές η οικογένειά του. Ο Ευαγόρας, ψύχραιμος και γαλήνιος, τους μιλούσε και τους πληροφόρησε πως έφτασε η στιγμή να τους αποχαιρετήσει για να ανέβει τα σκαλιά της αγχόνης. Δεν ήθελε να λυπούνται και δεν έκλαψε κανείς. Αποχαιρετώντας τους, τους είπε: «Ορκίστηκα να πεθάνω για την Πατρίδα μου κι ετήρησα τον όρκο μου».

13 Μαρτίου 1957. Πλησιάζουν μεσάνυχτα. Τη σιωπή σπάει μια βροντερή σταθερή φωνή. Ο ανυπόταχτος Παλληκαρίδης σε πείσμα των κατακτητών ψέλνει τον Εθνικό Ύμνο. Σε λίγο έρχονται οι δήμιοι του. Βροντοφωνάζει. «Γεια σας αδέλφια. Γεια σας λεβέντες. Ελπίζω να ‘μαι ο τελευταίος που εκτελούν. Αδέλφια συνεχίστε τον αγώνα. Εγώ βαδίζω στην αγχόνη γελαστός, αποφασιστικός, υπερήφανος». Οι συγκρατούμενοι του φωνάζουν. «Θάρρος Παλληκαρίδη, Θάρρος Παλληκαρίδη.»

«Θάρρος έχω πολύ. Αυτή τη στιγμή περνώ την είσοδο του ικριώματος.» Απόλυτη ησυχία. Αυτή τη σιγή σπάζει το τρίξιμο από το άνοιγμα της καταπακτής της αγχόνης.

12:02. Ο 19χρονος Βαγορής πέρασε στην αθανασία. Βρήκε τη «γη των ηρώων».

Τόσα χρόνια μετά, μια μέρα σαν τη σημερινή, οι μνήμες ξυπνούν και μας υπενθυμίζουν πως στο μάθημα της ιστορίας πιαστήκαμε αδιάβαστοι. Δεν μάθαμε ότι ένας ωραίος θάνατος είναι ό,τι ευγενέστερο μιας ζωής. Δεν μάθαμε ότι η ζωή είναι περιττή μέσα στη σκλαβιά. Την περίσσια σκλαβιά μας, την κάναμε ύλη της ζωής μας και πετύχαμε το «θαύμα». Ζούμε σκλάβοι στη λευτεριά σας, πεθάνατε λεύτεροι στη σκλαβιά μας.

ΑΘΑΝΑΤΕ ΕΥΑΓΟΡΑ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗ

Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ. Θεσσαλονίκης

Μοιράσου το:

ΣΧΕΤΙΚΑ

Η 1η Οκτωβρίου 1960 καθιερώθηκε ως ημέρα ανακήρυξης της «ανεξαρτησίας» της Κύπρου από τους Βρετανούς.

Τα τρία παλληκάρια, που πάνω από όλα έβαλαν τον πόθο τους για Λευτεριά και Ένωση