Η Ευρώπη των «αξιών» και του «δικαίου», με την πρόσφατη στάση της, έχει αποδείξει ότι ποσώς την ενδιαφέρει για τις «ευρωπαϊκές αξίες». Κράτη-μέλη της Ε.Ε προσβάλλονται συνεχώς από μια υποψήφια ευρωπαϊκή χώρα, αλλά παρόλα αυτά η Ε.Ε συνεχίζει να μην ενδιαφέρεται για την λεγόμενη ευρωπαϊκή οικογένεια, αλλά μόνο για τα γεωπολιτικά συμφέροντα αυτής και των νατοϊκών συμμάχων της.
Συγκεκριμένα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε στις 21 Ιουλίου το πολυετές Δημοσιονομικό Πακέτο για τα έτη 2021-2027. Παρά τις προκλητικότατες ενέργειες της Τουρκίας, εγκρίθηκε κονδύλι ύψους 12.5 δισεκατομμυρίων ευρώ προς τις χώρες που είναι υποψήφιες προς ένταξη στην Ε.Ε. Παράλληλα, έπειτα από εισήγηση της Κομισιόν, για πρώτη φορά δεν θα επιμερίζονται τα προ ενταξιακά κονδύλια σε όλες τις υπό ένταξη χώρες. Αντιθέτως, θα παραχωρούνται στη βάση ανταγωνιστικών προγραμμάτων που θα υποβάλλουν οι εν λόγω χώρες. Αν λάβει κανείς υπόψη το μέγεθος της τουρκικής οικονομίας, παρά τα όποια προβλήματα αντιμετωπίζει, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η Τουρκία θα λάβει ένα μεγάλο μέρος από το διανεμηθέν ποσό, σε αντίθεση με αυτό που θα λάμβανε με την παλιά μέθοδο.
Η Τουρκία στο χρονικό διάστημα 2014-2020, έχει λάβει ως ευρωπαϊκή επιχορήγηση 3.5 δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία χρησιμοποίησε στον τομέα της ενέργειας, του τουρισμού και των μεταφορών. Επίσης, έλαβε 6 δισεκατομμύρια ευρώ για το προσφυγικό, ενώ τροφοδοτεί δουλεμπορικά κυκλώματα εκμετάλλευσης των μεταναστών. Με τη χρήση των κυκλωμάτων, στέλνει μετανάστες στα νησιά του Αιγαίου, κάτι που συνιστά απειλή για την κοινωνική δομή της ελληνικής κυρίως και κατ’ επέκταση της ευρωπαϊκής κοινωνίας.
Στο διάστημα 2021-2027, η Τουρκία πέραν της ευρωπαϊκής προ ενταξιακής βοήθειας, θα λάβει και περί των 3 δισεκατομμυρίων ευρώ για το προσφυγικό, παρά την πρόσφατη εισβολή των μεταναστών από τον Έβρο, που πραγματοποιήθηκε με κρατική εντολή, και τις συστηματικές απειλές της εναντίον της Ελλάδας, σχετικά με το μεταναστευτικό ζήτημα. Επίσης, θα συνεχίσει να δύναται να λάβει χαμηλότοκα δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, η οποία της παρέχει περίπου 2 δισεκατομμύρια ανά έτος.
Εδώ και καιρό, είχαμε επισημάνει ότι η Τουρκία δεν είναι χώρα που θα έπρεπε να θεωρείται ακόμα υποψήφια για ένταξη στην Ε.Ε, καθώς παραβιάζει κατάφωρα τα κυριαρχικά δικαιώματα κρατών-μελών της. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας έχουν παγοποιηθεί από τον Μάρτιο του 2019. Εν τούτοις, στο ψήφισμα που είχε κατατεθεί και υπερψηφιστεί τότε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αναφερόταν ρητά ότι θα συνεχιστούν τα προ ενταξιακά κονδύλια προς την Τουρκία «για ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών της Τουρκίας». Εκ των πραγμάτων όμως, ο Ερντογάν φαίνεται να χρησιμοποιεί τα προ ενταξιακά κονδύλια για να τροφοδοτεί τον κατοχικό στρατό στα κατεχόμενα μας εδάφη, για να διενεργεί στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία και τη Λιβύη, για να καταδιώκει τους Κούρδους και να πραγματοποιεί μια αιματηρή και αυταρχική προπαγάνδα εντός της Τουρκίας υπέρ αυτού και της ισλαμιστικής κυβέρνησής του.
Τρεις ημέρες μετά την υπερψήφιση της απόφασης, ο Νεοσουλτάνος της Άγκυρας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, διάνοιξε την Αγία Σοφία ως μουσουλμανικό τζαμί, κάτι που αποτελεί μια άμεση πρόκληση εναντίον του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας. Ενώ η Ε.Ε καταδίκασε την απόφαση αυτή, δεν άλλαξε ούτε στο ελάχιστο την απόφασή της, επιτρέποντας στην Τουρκία να συνεχίζει να λαμβάνει ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις για να τροφοδοτεί την αναθεωρητική πολιτική της. Αυτό ίσως να γίνεται υπό τον φόβο μιας νέας μεταναστευτικής κρίσης ή νέων επιθετικών ενεργειών της και ο εξευμενισμός της να θεωρείται αναγκαίος από τους Ευρωπαίους. Αντιθέτως όμως, ενόσω η Τουρκία δεν επιδέχεται μέτρα αποτροπής της επιθετικότητάς της, επιμηκύνει τις παράνομες ενέργειές της, κάτι που έχει παρατηρηθεί ιστορικά, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια.
Είναι καιρός πλέον, σύμπασα η Ευρωπαϊκή Ένωση να σταματήσει να βρίσκεται σε κατατονία, όταν πρόκειται για την τουρκική επιθετική πολιτική. Η Ελληνική και η Κυπριακή Δημοκρατία επιβάλλεται να απαιτήσουν τον ρόλο του πρωταγωνιστή στα γεγονότα, καθώς επηρεάζονται άμεσα, και να απαιτήσουν από τους Ευρωπαίους να σταθούν αρωγοί μας, με ουσιαστικό τρόπο, απέναντι στην τουρκική απειλή. Αν συνεχίσει να πριμοδοτείται η τουρκική οικονομία με ευρωπαϊκά κονδύλια, είναι εμφανές ότι η Ελλάδα θα βρεθεί σε ακόμα δυσχερέστερη θέση. Επομένως, επιβάλλεται να τερματιστεί η παροχή αυτών των δανείων και παράλληλα να εκφραστεί μια πολιτική αποτροπής των τουρκικών ενεργειών, που απειλούν τον ελληνισμό και κατ’ επέκταση την Ευρώπη.
Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης