Ο Ρεπουμπλικανικός γερουσιαστής της Νοτίου Καρολίνας, Λίντσεϊ Γκράχαμ, ο οποίος είναι και πολιτικός σύμμαχος του Αμερικανού Προέδρου, Ντόναλτ Τραμπ, συμμετείχε την περασμένη βδομάδα σε διαδικτυακή εκδήλωση του Turkey – U.S. Business Council, όπου αναφέρθηκε στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Συγκεκριμένα, ο κ. Γκράχαμ πρότεινε τη σύναψη μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ, η οποία θα συμβάλει, όπως ανέφερε, στην ενσωμάτωση των οικονομιών των δύο χωρών.
Σχετικά με την ενσωμάτωση, ο Αμερικανός γερουσιαστής ανέφερε ότι «Αν υπάρξει μια ενσωμάτωση των δύο οικονομιών, θα είναι περισσότερο αποτελεσματικός ο (αμερικανοτουρκικός) συνεταιρισμός στην Αφρική». Επίσης, πρόσθεσε ότι «Τίποτε δεν θα με ικανοποιούσε περισσότερο από μία σύμπραξη με την Τουρκία, ώστε να δοθούν στην αφρικανική ήπειρο εναλλακτικές προς τα κινέζικα προϊόντα και την κινεζική επιρροή». Ο κ. Γκράχαμ, επαναλαμβάνοντας τη θέση του ενάντια στην Κίνα, ανέφερε επιπλέον ότι η Τουρκία μοιάζει να έχει «επεξεργασμένες δυνατότητες αλλά σε χαμηλό κόστος, που θα μπορούσαν να ανταγωνιστούν την Κίνα».
Ωστόσο, όπως ήταν αναμενόμενο, η προσφορά του Αμερικανού γερουσιαστή συνοδεύεται από κάποιους όρους – ανταλλάγματα. Συγκεκριμένα, στην διαδικτυακή εκδήλωση, ο κ. Γκράχαμ αναφέρθηκε στην προμήθεια των ρωσικών συστημάτων S-400 στην Τουρκία, ένα ζήτημα το οποίο ενέτεινε την αμερικανοτουρκική κρίση, καθώς και στην «εισβολή της Τουρκίας στη Συρία», όπως χαρακτήρισε ο γερουσιαστής. Σχετικά με το δεύτερο ζήτημα, ο Γκράχαμ αναγνώρισε ότι η Τουρκία έχει ανάγκη από μια «ζώνη προστασίας» στα νότια σύνορά της, όμως τόνισε ότι οι ΗΠΑ «δεν θα εγκαταλείψουν τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις», οι οποίες συνεργάζονται με τους Κούρδους μαχητές ενάντια στους τρομοκράτες του ISIS.
Με απλά λόγια, ο ρόλος του Ερντογάν στην ευρύτερη περιοχή φαίνεται να λαμβάνει και πάλι ισχύ, καθώς πραγματοποιείται μια νέα προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας. Το γεγονός αυτό αποτελεί ακόμη μια απόδειξη της δυτικής επιθυμίας να ασκεί πλήρη επιρροή σε Ανατολική Μεσόγειο, Αιγαίο και Μέση Ανατολή, μέσω της Τουρκίας, παρά τις κατά καιρούς ενέργειες του Ερντογάν που έρχονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα της Αμερικής. Είναι, λοιπόν, φανερό το ότι κανένας Τούρκος ηγέτης δεν πρόκειται να σταθεί εμπόδιο στα αμερικανικά σχέδια για διείσδυση στην περιοχή, εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης της Τουρκίας. Άλλωστε, ο Αμερικανός γερουσιαστής, ως εκπρόσωπος των ΗΠΑ στην εκδήλωση, τόνισε επανειλημμένως την αμερικανική θέση περί αποτροπής οποιασδήποτε κινέζικης επιρροής στην περιοχή. Ως εκ τούτου, η εκμετάλλευση της Τουρκίας από πλευράς της Αμερικής μπορεί να επιτύχει τον αμερικανικό αυτό στόχο.
Σχετικά με τη στήριξη των ΗΠΑ προς τους Κούρδους μαχητές, δεν είναι κάτι που πρέπει να ερμηνευτεί ως ταύτιση των συμφερόντων των Κούρδων με των Αμερικανών. Οι ΗΠΑ ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν, κάτι για το οποίο οι Κούρδοι αγωνίζονται με σθένος εδώ και δεκαετίες. Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι φορές που οι Αμερικανοί «σύμμαχοι» πρόδωσαν τους Κούρδους. Απλώς, μέσω της στήριξής τους στους Κούρδους αγωνιστές που κυριαρχούν στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, επιθυμούν να ασκούν κυριαρχία. Επίσης, η πρόσφατη ήττα της Τουρκίας στη Συρία αποτελεί ακόμα έναν λόγο για τον οποίο οι Αμερικανοί έστρεψαν ξανά το ενδιαφέρον τους προς τους Κούρδους. Παρ’ όλα αυτά, η στήριξη των Αμερικανών αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα «όπλα» των Κούρδων απέναντι στους Τούρκους. Γι’ αυτό, θα έπρεπε να καταστεί εκμεταλλεύσιμη, με πλήρη όμως επιφυλακτικότητα.
Το παιχνίδι «πάρε – δώσε» μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ δεν φαίνεται να τερματίζεται, μέχρι να ασκήσουν οι Αμερικανοί την επιθυμητή επιρροή στην ευρύτερη περιοχή και να αποτρέψουν κάθε πιθανή επιρροή της Κίνας. Αυτό που θα έπρεπε να πράξουμε εμείς είναι να αναδείξουμε στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο ότι τα συμφέροντα τους μπορούν να εξυπηρετηθούν μόνο μέσω του ελληνικού κοινού χώρου, καθώς η Τουρκία αποτελεί έναν ασταθή σύμμαχο τους. Ειδικά, στην περίπτωση των κρατών του Ελληνισμού, είναι γεγονός ότι η ενδεχόμενη αποκατάσταση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων θα τοποθετήσει ξανά την ελληνική πλευρά σε δυσμενή θέση απέναντι στις τουρκικές επιδιώξεις. Οι εν λόγω εξελίξεις αναδεικνύουν για ακόμα μια φορά την αδυναμία της πλευράς μας σχετικά με τη σύναψη συμμαχιών, που με ορθή εκμετάλλευση θα μπορούσαν να αποτρέψουν τις οποιεσδήποτε τουρκικές επιθετικές ενέργειες εις βάρος του Ελληνισμού. Αντ’ αυτού, φαίνεται ότι οι κυβερνήσεις των δύο κρατών θα αναμένουν και πάλι την επιβολή τετελεσμένων, πριν να πραγματοποιήσουν την οποιαδήποτε ενέργεια που ενδεχομένως να αντιμετώπιζε την τουρκική απειλή.
Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης