Την πλήρη υποστήριξή τους στην Ελλάδα εξέφρασαν οι 27 Υπουργοί Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο έκτακτο συμβούλιο Ευρωπαϊκών Υποθέσεων που συγκλήθηκε μετά από αίτημα της Ελλάδας, για τις συνεχόμενες τουρκικές προκλήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Το ενδεχόμενο ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Τουρκίας, θα συζητηθεί στο επόμενο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ στις 28 Αυγούστου. Στο τραπέζι των συζητήσεων βρέθηκαν επίσης οι προεδρικές εκλογές της Λευκορωσίας, οι εξελίξεις στον Λίβανο μετά τις πολύνεκρες καταστροφικές εκρήξεις και η κατάσταση στη Βενεζουέλα.
«Οι Υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ επιβεβαίωσαν την πλήρη αλληλεγγύη της ΕΕ προς την Ελλάδα και την Κύπρο και επανέλαβαν ότι πρέπει να γίνουν σεβαστά τα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών μελών της ΕΕ», αναφέρει η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, προσθέτοντας ότι «υπενθύμισαν τις κοινές θέσεις της ΕΕ και τα προηγούμενα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 2018 και Ιουνίου, Ιουλίου, Οκτωβρίου, Δεκεμβρίου 2019, επιπροσθέτως της δήλωσης για την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο της 15ης Μαΐου 2020». Έπειτα, «οι Υπουργοί συζήτησαν την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά την επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας τις τελευταίες ημέρες», όπως αναφέρεται. Επιπρόσθετα, τόνισαν ότι «η σοβαρή επιδείνωση των σχέσεων με την Τουρκία, έχει εκτεταμένες στρατηγικές συνέπειες για ολόκληρη την ΕΕ, πολύ πέρα από την Ανατολική Μεσόγειο», σημειώνει η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.
Σύμφωνα με την ΕΥΕΔ, οι Υπουργοί τόνισαν ειδικότερα ότι η πρόσφατη ναυτική κινητικότητα από την Τουρκία δεν συμβάλλει στην εξεύρεση λύσης. Αντίθετα, οδηγεί σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό και δυσπιστία. Δημιουργεί αυξημένο κίνδυνο επικίνδυνων συμβάντων. Η άμεση αποκλιμάκωση από την πλευρά της Τουρκίας θεωρήθηκε κρίσιμης σημασίας.
Στη συνέχεια, οι Υπουργοί υπογράμμισαν ότι ζητήματα που σχετίζονται με την οριοθέτηση των θαλάσσιων συνόρων και την εκμετάλλευση των πόρων τους, μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο μέσω διαλόγου και διαπραγματεύσεων, με καλή πίστη, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και στην επιδίωξη της αρχής των σχέσεων καλής γειτονίας, και όχι μέσω μονομερών ενεργειών και κινητοποίησης των ναυτικών δυνάμεων. Ταυτόχρονα, σημειώνεται ότι «ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ πρόκειται να προετοιμάσει επιλογές για περαιτέρω κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση που οι εντάσεις δεν μειωθούν». Ευρύτερη συζήτηση για τις σχέσεις με την Τουρκία θα πραγματοποιηθεί αργότερα τον Αύγουστο, στο Βερολίνο.
Η Ελλάδα δεν είναι λογικό να προχωρήσει σε οποιεσδήποτε συζητήσεις και διαπραγματεύσεις, από τη στιγμή που τουρκικές φρεγάτες και άλλα πολεμικά πλοία περιπολούν στο Αιγαίο, προσβάλλοντας την εθνική κυριαρχία της. Δεν γίνεται ο Ερντογάν από τη μια να επιδίδεται σε επιθετική ρητορική, καλλιεργώντας ένα πολεμικό κλίμα μέσα από τις ένοπλες δυνάμεις του, και από την άλλη να στέλνει ένα μήνυμα ότι είναι διατεθειμένος να συμμετάσχει σε κάποιο διάλογο. Η Τουρκία με την επανάληψη και την εμμονή της σε επεκτατική πολιτική δεν παράγει δίκαιο σε καμία περίπτωση. Αντιθέτως, μας υπενθυμίζει την απαράλλακτη τακτική που ακολουθεί εδώ και πολλά χρόνια, επιβεβαιώνοντας για πολλοστή φορά τον αποσταθεροποιητικό ρόλο της, καθώς και τον χαρακτηρισμό της ως τον κατεξοχήν τρομοκράτη στην περιοχή.
Το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι εξέφρασαν την υποστήριξή τους έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου, για τις παράνομες τουρκικές ενέργειες κατά των δύο κρατών-μελών, σίγουρα είναι θετικό στοιχείο. Όμως, από τη στιγμή που δεν επιβάλλονται ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Τουρκίας, η ίδια θα συνεχίζει την εγκληματική της συμπεριφορά. Γι’ αυτό, όσο ο εξ αυταρχισμός της Τουρκίας συνεχίζεται, η ΕΕ θα πρέπει να υποστηρίξει τα κράτη-μέλη της, λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα, που θα επιτρέψουν στην ΕΕ να απαντήσει αποτελεσματικά στην Τουρκία. Για αρχή όμως, η ΕΕ θα πρέπει να πάψει τις προ-ενταξιακές χρηματοδοτήσεις της προς την Τουρκία, ως μέτρο πίεσης για να την «φέρει σε τάξη», ειδικά τη δεδομένη στιγμή που η τουρκική λίρα καταποντίζεται.
Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης