Η αμυντική θωράκιση Ελλάδος – Κύπρου

«Χωρίς την Κύπρο, η Ελλάδα είναι αμυντικά, οικονομικά και πολιτιστικά αδύναμη, όπως και η Κύπρος χωρίς τον ελλαδικό χώρο δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις». Τα παραπάνω αποτελούν λόγια του πρώην Υπουργού Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας, Γεράσιμου Αρσένη. Η δήλωσή του αφορούσε το Δόγμα Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδος – Κύπρου, το οποίο υιοθετήθηκε από τα δύο κράτη το 1993 και τέθηκε σε εφαρμογή το 1994. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο. Η Ελλάδα χωρίς την Κύπρο είναι ακρωτηριασμένη και η Κύπρος χωρίς την Ελλάδα αδύναμη να επιβιώσει. Η διαπίστωση αυτή ήταν που οδήγησε στη συμφωνία για το ΔΕΑΧ.

Στις 16 Νοεμβρίου 1993, πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ του Έλληνα Πρωθυπουργού, Ανδρέα Παπανδρέου και του τότε ΠτΔ της Κύπρου, Γλαύκου Κληρίδη, παρουσία και των ΥπΕξ των δύο κρατών. Τα θέματα της συνάντησης ήταν η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η σύγκληση πανεθνικής διάσκεψης. Με το πέρας της συνάντησης, οι δύο ηγέτες δήλωσαν περίτρανα πως συμφώνησαν για την αμυντική συνεργασία Ελλάδας και Κύπρου, τονίζοντας μάλιστα πως λέγοντας συνεργασία, εννοούν συντονισμένες ενημερώσεις και αποφάσεις και όχι απλή στήριξη. Περαιτέρω διαδικασίες δεν προσδιορίστηκαν στη συνάντηση, αλλά αποφασίστηκαν εν συνεχεία από το ΥΕΘΑ της Ελλάδας, το οποίο είχε πλήρη στήριξη από τον Ανδρέα Παπανδρέου και την Κυπριακή Δημοκρατία.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το ΔΕΑΧ δεν ήταν μόνο ένας στρατιωτικός σχεδιασμός, αλλά ένα ευρύτερο σχέδιο, με στρατιωτικό και πολιτικό πλαίσιο. Οι εξελίξεις της εποχής ενέτειναν την ανάγκη για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας ενιαίας αμυντικής γραμμής. Ο αφανισμός των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, ο αφελληνισμός της Ίμβρου και της Τενέδου και η τουρκική κατοχή στην Κύπρο κατέστησαν σαφές πως ο Ελληνισμός συρρικνώνεται. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, ο Ελληνισμός αδυνατούσε να υπερασπισθεί τα συμφέροντά του, τα εδάφη του και πάνω απ’ όλα τους Έλληνες. Αντιθέτως, η Τουρκία αλώνιζε στην Ανατολική Μεσόγειο, προκειμένου να ικανοποιήσει τις επεκτατικές της βλέψεις.

Ο ρους της ιστορίας έγερνε σε βάρος του Ελληνισμού. Η αντίδραση σε όλα αυτά ήταν η συμφωνία για το ΔΕΑΧ. Το Δόγμα προέβλεπε μία ενιαία αμυντική γραμμή που κάλυπτε τη γραμμή Θράκη – Αιγαίο – Κύπρος και εν ολίγοις ολόκληρο το ελλαδικό και κυπριακό έδαφος. Ο στρατιωτικός σχεδιασμός ήταν αμυντικός και όχι επιθετικός. Εν τοις πράγμασι, σε περίπτωση που έδαφος της ελληνικής επικράτειας δεχόταν επίθεση από την Τουρκία, η Ελλάδα ήταν υποχρεωμένη να πολεμήσει στο πλευρό της Κύπρου και το αντίθετο. Η υλοποίησή του περιλάμβανε κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, τις ονομαζόμενες «Τοξότης» και «Νικηφόρος», κοινές συνεδριάσεις των στρατιωτικών αρχηγών και απόκτηση συμμάχων. Το Ισραήλ, η Συρία, η Γαλλία, η Αίγυπτος και η Αρμενία ήταν και είναι μερικοί από τους στρατιωτικούς συμμάχους Ελλάδας και Κύπρου.

Πέραν των στρατιωτικών συμμαχιών, το ΔΕΑΧ προνοούσε την ανάπτυξη σχέσεων και με άλλα κράτη σε άλλους τομείς, ούτως ώστε να ενισχυθεί η πολιτική και στρατιωτική παρουσία του Ελληνισμού στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και η βαρύτητα των κινήσεων των δύο χωρών στην εξωτερική πολιτική. Παραδείγματα τέτοιων συμμαχιών ήταν η πολιτική, οικονομική και πολιτιστική συνεργασία με χώρες των Βαλκανίων, του Εύξεινου Πόντου, της Ανατολικής Μεσογείου και της Αφρικής και η οικονομική συνεργασία με τη Ρωσία. Τέλος, ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της συνεργασίας αυτής ήταν ξεκάθαρος, εφόσον είχε ήδη τροχιοδρομηθεί η ένταξη της Κύπρου στην Ένωση.

Η πραγματοποίηση του σχεδιασμού αυτού ήταν αρχικά δύσκολη. Η αντίληψη πως «η Κύπρος κείται μακράν» είχε παγιωθεί. Οι Κύπριοι απώλεσαν την εμπιστοσύνη τους προς το ελλαδικό κράτος, κυρίως λόγω των γεγονότων του 1974. Ακόμη, υπήρχαν αντιδράσεις της αντιπολίτευσης του ΑΚΕΛ, σε τέτοιο βαθμό που οι εκπρόσωποι του κόμματος λαΐκιζαν κατά της Ελλάδος. Αντιδράσεις υπήρξαν και στο εξωτερικό από Αγγλία και Η.Π.Α, ωστόσο ήταν ήπιες. Εν τέλει, το ΔΕΑΧ άρχισε να υλοποιείται με ταχείς ρυθμούς. Οι στρατιωτικές υποδομές άρχισαν να εκσυγχρονίζονται, με τα δύο κράτη να εφοδιάζονται με σύγχρονο εξοπλισμό, ενώ εκτελούνταν επίσης κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και συνεδριάσεις των επιτελείων στρατού. Η εμπιστοσύνη των Κυπρίων προς την Ελλάδα αναπτερώθηκε. Μάλιστα, σε δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε, το 88% των Κυπρίων τάχθηκε υπέρ του ΔΕΑΧ. Σημαντικό ρόλο στην μέχρι τότε επιτυχία του σχεδιασμού διαδραμάτισε ο Νικόλαος Βορβολάκης, Αρχηγός του ΓΕΕΦ την περίοδο 1994 – 1998.

Παρά όμως την επιτυχή υλοποίηση του σχεδίου και τα οφέλη που αποκόμισαν και τα δύο μέρη, σήμερα το σχέδιο είναι ανενεργό. Η τελευταία κοινή άσκηση, στα πλαίσια του Δόγματος, πραγματοποιήθηκε το 2000. Η καθοδική πορεία του σχεδιασμού ξεκίνησε το 1998. Η εγκατάσταση των πυραύλων S-300 στην Κρήτη, αντί στην Κύπρο, όπως είχε συμφωνηθεί, προκάλεσε ρήγμα στις σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου και κατ’ επέκταση στην αμυντική τους συμμαχία.

Οι σύγχρονες εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, σε συνδυασμό με την επιθετική στάση και επεκτατική πολιτική της Τουρκίας, καταδεικνύουν την ανάγκη μιας ισχυρότατης συμμαχίας μεταξύ της Ελλάδας και της Κύπρου. Η επανενεργοποίηση του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος αποτελεί το προσφορότερο μέσο για την αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων. Η Ελλάδα και η Κύπρος, όπως ειπώθηκε το 1993, θα συναποφασίζουν και θα συμπράττουν. Άλλωστε, πέραν της ενίσχυσης της στρατιωτικής δύναμης των χωρών, το ΔΕΑΧ ενδυνάμωσε και την παρουσία τους στη διεθνή πολιτική σκηνή. Υπό τα δεδομένα αυτά και εφόσον οι συγκυρίες θα είναι κατάλληλες, τα δύο κράτη μπορούν να προχωρήσουν στην οριοθέτηση ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου. Τότε, η Ελλάδα και η Κύπρος θα αποκτήσουν δυναμική παρουσία στη Μεσόγειο, θα μπορούν να προωθήσουν τα συμφέροντά τους, θα περιορίσουν την Τουρκία και θα αποκομίσουν οικονομικά οφέλη.

Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης

Μοιράσου το:

ΣΧΕΤΙΚΑ

Η 1η Οκτωβρίου 1960 καθιερώθηκε ως ημέρα ανακήρυξης της «ανεξαρτησίας» της Κύπρου από τους Βρετανούς.

Τα τρία παλληκάρια, που πάνω από όλα έβαλαν τον πόθο τους για Λευτεριά και Ένωση